Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

πως, άλλωστε ...


πως να γράψω για έρωτα ;
πάνε τόσα χρόνια άλλωστε

λησμόνησα

η αίσθηση με εγκατέλειψε
από την όσφρηση αρχικά

κι όλα τα σύμφωνα συνωμότησαν
να μου χαλάσουν την ομορφιά
εκεί που οι λέξεις κάνανε
την δική τους ανταρσία

ύστερα έχασα την όραση
κι η ακοή που απόμεινε
δε με λυπάται

όλο τραυλούς ψιθύρους
μου φέρνει δώρο

πως να γράψω για έρωτα ;

για μάτια που δεν γνώρισα
για χείλια που δεν γεύτηκα
για οργασμούς μοναχικούς
και κούφιους

επιλογές στο λάθος πάντα
να στοχεύουν

εκφάνσεις με φωνήεντα
που πνίγηκαν στο στόμα

κ ά δ ρ ο ...


χτύπα στον τοίχο ένα καρφί
έφυγα, κρέμασε με
βάλε με σαν ενθύμιο
σαν ζωντανή ανάμνηση

ψηλάφισε με την αφή
μ` αυτή προστάτεψε με
και κάνε με πιο δυνατή
πιο όμορφη απ` την άνοιξη

εγώ από κει θα σου γελώ
θα γνέφω στις σιωπές σου
σαν μια εικόνα σου σεπτή
με νοιάξιμο μιας μάνας

που πεθυμά να στέκεται
σαν ίσκιος, στις χαρές σου
να `ναι για σένα η φωνή,
απόηχος καμπάνας

πάρε και τα πινέλα σου
και δώσ` μου λίγο χρώμα
να λάμπουνε τα μάτια μου
να μην είμαι θλιμμένη

να σε ζητά η σκέψη μου
ας κρέμεται το σώμα
να με πονάει το καρφί
να σε κοιτώ, να σ` αγαπώ
κι ας είμαι πεθαμένη

ο χορός των ψυχών ...


όταν μένει το σπίτι
ορφανό στο σκοτάδι
όταν είναι που λέμε
η εβδομάς των ψυχών
χαλαρώνουν τα πάντα
σαν ουράνιο σημάδι
και αρχίζει με τέμπο
ο χορός των νεκρών

και το βαλς της βραδιάς
το ανοίγει ο πατέρας
με του Στράους μελωδία
και στροβίλισμα αργό
σα να θέλει να κλέψει
την καρδιά της μητέρας
και μετά το γυρίζει
σε ταγκό φλογερό !

πόσο θα`θελα αλήθεια
να τους βλέπω για πάντα
να χορεύουν σμιχτά
αγκαλιά στο σαλόνι
και να σπάει τη μύτη
μια θεσπέσια λεβάντα
που την ξόδευα όλη
για να μη νιώθω μόνη

ο χορός των ψυχών
και εσύ πιο κοντά του
το γλυκό κουταλιού
κι ο μπαρόκ καναπές
ήρθες κι έφυγες πάλι
περιστέρα δικιά του
σ`αγαπώ στα όνειρα μου
σε ζητώ στις σκιές ...